Συναδελφοι, ευτυχως χασαμε!
Η Αθήνα αναδεικνύεται σε πρώτο τουριστικό προορισμό. Η απαξίωση, το μίσος της μοντέρνας αρχιτεκτονικής για την Αθήνα και την ελληνική πόλη της πολυκατοικίας της αντιπαροχής, μας φέρνει αντιμέτωπους με μια τρομερή αμηχανία. Ή στραβός ήταν ο γιαλός ή στραβά αρμενίζαμε.
Το μοντέρνο όραμα για την πόλη, που κυριάρχησε μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, τόσο στον υπαρκτό σοσιαλισμό όσο και στον καπιταλισμό, δεν βρήκε ανταπόκριση στη χώρα μας.
Η μοντέρνα πολεοδομία ήθελε την πόλη ως κρατική παροχή απέναντι στην ιδιωτική ελληνική αντιπαροχή. Το οικοδομικό τετράγωνο το ήθελε ως ελεύθερο κτήριο - μπάρες. Τον δημόσιο χώρο δεν τον ήθελε σαν κενό στην πυκνή κτηριακή μάζα αλλά αυτονομημένο από τα κτήρια. Σαν χαλί-σκακιέρα με τα κτήρια σαν πιόνια. Τις χρήσεις τις ήθελε χωρισμένες σε ζώνες κατοικίας, εμπορίου, κ.λπ. Η ελληνική πόλη κινήθηκε πεισματικά στον αντίποδα. Με εξαίρεση περιορισμένα, ευτυχώς, κρατικά προγράμματα εργατικής ή προσφυγικής κατοικίας που σχεδιάζονται στα πρότυπα του μοντέρνου.
Η μεταπολεμική εφαρμογή των ιδεών της μοντέρνας πόλης στην Ευρώπη άρχισε να αμφισβητείται γύρω στο 1960 για να φτάσει σε πλήρη κατάρρευση από το 1970 και μετά. Οι λόγοι της παταγώδους αποτυχίας δεν ήταν αισθητικοί, στιλιστικοί. Ήταν βαθιά κοινωνικοί. Η αντιστροφή αρχιτεκτονικών προθέσεων και βιωμένης πραγματικότητας ήταν σοκαριστική. Από πολεοδομικό όραμα κοινωνικής αναβάθμισης των αδύναμων, μισήθηκαν, βανδαλίστηκαν, σαν χώροι μοναξιάς, γκετοποίησης, εγκαταλείφθηκαν και τελικά γκρεμίστηκαν. Το όνειρο έγινε εφιάλτης! Ο σύγχρονος κινηματογράφος κατέγραψε, με εξαιρετικό τρόπο, αυτή την παθογένεια. Ο πανικός της αποτυχίας οδήγησε, από το τέλος του 1970, στη γέννηση αρχιτεκτονικών κινημάτων που κατήγγειλαν τη μοντέρνα πολεοδομία και εντάχθηκαν κάτω από τη γενική ομπρέλα «αρχιτεκτονική της πόλης».
Κορυφαία στιγμή στη σύγκρουση μοντέρνας πολεοδομίας και αρχιτεκτονικής της πόλης αποτέλεσε η απόφαση ανασυγκρότησης του Δυτικού Βερολίνου, τη δεκαετία του 1980. Εκεί, εγκαταλείπεται οριστικά το μοντέρνο πρότυπο και ακολουθούνται, εν πολλοίς, τα ίχνη των παλαιών οικοδομικών τετραγώνων. Η δομή των παλαιών πόλεων του οικοδομικού τετραγώνου, από τη Βαρκελώνη, τη Νέα Υόρκη, μέχρι την Αθήνα, αποθεώνεται και παρουσιάζεται σαν πετυχημένο κοινωνικά μοντέλο, ικανό να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα.
Η συζήτηση αυτή, που συντάραξε την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική, δεν βρήκε αντίστοιχο έδαφος στη χώρα μας. Ίσως, ο εξαιρετικά περιορισμένος αριθμός μοντέρνων κρατικών παρεμβάσεων σε προγράμματα εργατικής κατοικίας, ίσως ένας αυτισμός, που μας χαρακτηρίζει γενικά, απαξίωσαν τη συζήτηση. Την αφασική στάση ήρθε να ταράξει ο πρόλογος για την ελληνική έκδοση του βιβλίου «Μοντέρνα Αρχιτεκτονική: Ιστορία και κριτική» του Kenneth Frampton, 1987. Εκεί, για πρώτη φορά, ο Frampton μας σοκάρει υμνώντας την Αθήνα και την πολυκατοικία ως πρότυπο κοινωνικής ζωντανής πόλης.
Ακολουθεί το διδακτορικό στο Columbia (Θεοχαροπούλου, 2007) όπου η Αθήνα, η πολυκατοικία και η αντιπαροχή αποθεώνονται. Σταδιακά, η καταγγελία και η απαξίωση δίνει τη θέση της στον ύμνο. Η αντιπαροχή των εργολάβων παρουσιάζεται ως μηχανισμός «απάλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων» και ευρηματικής επίλυσης της κατοίκησης 4 εκατομμυρίων κατοίκων! Η Ελλάδα εμφανίζεται από τις πρώτες χώρες της Ευρώπης σε ιδιοκατοίκηση.
Δεν θα ξεχάσω το εικαστικό έργο του Γιάννη Σαββίδη με τίτλο Athenscope, που παρουσιάστηκε στην έκθεση Destroy Athens, το 2007. Εκεί, ανάμεσα σε τρεις φαντασιακές εκδοχές της Αθήνας, παρουσιάζεται και η σοσιαλιστική Αθήνα στο σενάριο όπου ο ΕΛΑΣ νικούσε στον εμφύλιο. Τα σχέδια της πλατείας Συντάγματος, σε μια τέτοια εκδοχή, παρουσιάζουν το μοντερνιστικό όραμα σε πλήρη ανάπτυξη. Τα πολεοδομικά πρότυπα των συγκροτημάτων λαϊκής κρατικής κατοικίας των προσφυγικών της Αλεξάνδρας και τα μετέπειτα προγράμματα εργατικής κατοικίας, που γνωρίσαμε, αποτελούν τη βάση του σχεδιασμού της κεντρικής πλατείας της πόλης. Η φαντασιακή αυτή εκδοχή των μοντέρνων πολεοδόμων, που η εφαρμογή της έγινε κοινωνικός εφιάλτης, μας θέτει επιτακτικά ένα ερώτημα σχετικά με τη μάχη μέχρις εσχάτων για τη διατήρηση των προσφυγικών της Αλεξάνδρας. Μια μάχη που προτάσσει τη μνήμη...
Η Αθήνα «διαμαντόπετρα» παίρνει την εκδίκησή της. Επιστρέφει από την αφάνεια και διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο. Όχι μόνο για τους επισκέπτες αλλά και τους κατοίκους της. Η αποδοχή της ήττας μας αποτελεί προϋπόθεση για μια νέα δημιουργική στρατηγική αναβάθμισή της. Αλλιώς: «Όλα είναι ίδια αν δεν τ’ αγαπάς, όλα μένουν ίδια άμα δεν τα πας»